- Σουδήτες
- οι, Νιστορικός όρος τον οποίο χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί τής Βοημίας για να ξεχωρίζουν από τους άλλους κατοίκους τής Τσεχοσλοβακίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. Sudeten, οροσειρά στην βόρεια Τσεχοσλοβακία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σουδητικός — ή, ό, Ν [Σουδήτες] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Σουδήτες και στη Σουδητία («σουδητικά Όρη» οροσειρές τής Τσεχοσλοβακίας, στα σύνορα με την Πολωνία, οι οποίες καλύπτουν τα εδάφη τής βόρειας Βοημίας και τής Μοραβίας που συγκροτούν τη… … Dictionary of Greek
Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek